αβγοθήκη

αβγοθήκη
και αβγουλιέρα, η
1. μικρό επιτραπέζιο σκεύος σε σχήμα μικρού ποτηριού με πόδι, όπου τοποθετείται το βραστό αβγό
2. σκεύος ή μέρος όπου τοποθετούνται τα αβγά
3. ωοθήκη τής κότας, κάθε θηλυκού ζώου, καθώς και τής γυναίκας
4. φωλιά όπου γεννάει η κότα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αβγό + θήκη. Η λ. αβγουλιέρα < αβγούλι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αβγοθήκη — η η αβγουλιέρα (επιτραπέζιο σκεύος) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αβγουλιέρα — η η αβγοθήκη* …   Dictionary of Greek

  • αβγό — (γράφεται και αυγό). Ο τύπος α. προέρχεται από το μεσαιωνικό αβγόν και αυτό από το αρχαίο ωόν.Ο Γ. Χατζηδάκις αναφέρει σχετικά με τις φωνητικές εξελίξεις του νεότερου από το αρχαίο, τα εξής: από τον πληθυντικό του αρχαίου τα ωά προκύπτει ο τύπος… …   Dictionary of Greek

  • θήκη — η (ΑΜ θήκη) 1. σκεύος, κιβώτιο ή κουτί μέσα στο οποίο τοποθετείται κάτι για φύλαξη 2. επίμηκες περίβλημα από δέρμα, μέταλλο, ξύλο ή χαρτόνι στο οποίο μπαίνει η κοπίδα ξίφους ή μαχαιριού, θηκάρι («βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην») 3. σκληρό… …   Dictionary of Greek

  • ωοδόχη — η, Ν μικρό επιτραπέζιο σκεύος για την τοποθέτηση αβγών, αβγοθήκη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ωό(ν) «αβγό» + δόχη (< δέχομαι). Η λ. μαρτυρείται από το 1880 στο περιοδικό Φλόξ] …   Dictionary of Greek

  • ωοθήκη — Ο γεννητικός αδένας της γυναίκας. Υπάρχουν δύο ω. οι οποίες βρίσκονται στην ελάσσονα πύελο συμμετρικά τοποθετημένες στα πλάγια της μήτρας· στην ενήλικη γυναίκα η ω. έχει περίπου το σχήμα και το μέγεθος αμυγδάλου, μήκους 4 εκ., πλάτους 3 εκ. και… …   Dictionary of Greek

  • αβγουλιέρα — η η θήκη του αβγού, βλ. αβγοθήκη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ωοθήκη — η 1. στην ανατομία, το αναπαραγωγικό όργανο της γυναίκας και των θηλυκών ζώων, μέσα στο οποίο διαπλάσσονται τα ωάρια. 2. το μέρος του άνθους που περικλείνει τις σπερματικές βλάστες. 3. αβγοθήκη, αβγουλιέρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”